Στον εκκλησιαστικό χώρο είναι πλέον καθιερωμένο να μην συζητιούνται τα προβλήματα. Απ’ την άλλη, επίσης είναι ένας κραταιός θεσμός το ασίγητο εκκλησιαστικό κουτσομπολιό, που κοχλάζει μέσα στην Εκκλησία σαν λάβα. Η επίσημη επιχειρηματολογία είναι ότι δεν είναι όλοι μέλη της Εκκλησίας και άρα δεν πρέπει να μαθαίνουν και να συμμετέχουν στα προβλήματά της. Οι έντιμοι άνθρωποι μέσα σ’ αυτήν, συνεχίζουν τούτη τη σκέψη, με το “εμείς θα λύσουμε τα προβλήματά μας”. Η συντριπτική όμως πλειοψηφία μένει απλώς στο ότι δεν πρέπει κανείς, έξω απ’ αυτήν, να μάθει τα προβλήματά της, για να μην κακοχαρακτηριστεί και εξευτελιστεί (πες καλύτερα, να μην απομυθοποιηθεί). Και μένουν εκεί. Το ιερό πέπλο με το οποίο καλύπτουν τα σκάνδαλα και τις παρά φύσιν καταστάσεις της Εκκλησίας κατάντησε τόσο μεγάλο, που την κουκούλωσε σχεδόν όλη και δεν μπορεί πια ν’ αναπνεύσει. Και συνεχώς κατασκευάζονται καινούργια ιερά πέπλα για να επεκτείνουν το υπάρχον και να καλύψουν τα καινούργια σκάνδαλα. Εγώ θα συμφωνούσα μ’ αυτή τη νοοτροπία, εάν ίσχυε και η σκέψη των έντιμων πιστών, ότι “εμείς θα ξεκαθαρίσουμε τα σκάνδαλα και τις προβληματικές καταστάσεις που υπάρχουν στην Εκκλησία”. Αλλά δυστυχώς, όταν είσαι ρασοφόρος μέσα σ’ αυτήν, διαπιστώνεις καθαρά ότι ούτε συμβαίνει ούτε υπάρχει καμμία προοπτική να συμβεί κάτι τέτοιο...

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Κάτι ακόμα από την "ελευθερία του Χριστού ..."



Κι ακόμη ένα απόσπασμα από το προς έκδοση βιβλίο.


"Είναι προφανέστατο ότι πολλοί ιερείς έχουν καλή διάθεση, όταν κολλάνε σαν στρείδια στους κανόνες. Θέλουν να προφυλάξουν την Εκκλησία και προσωπικά τους πιστούς από το διάβολο και να δαμάσουν την εμπάθειά τους. Αλλά την πατάνε. «Όσοι εδικαιώθησαν εκ του νόμου, εξέπεσαν της Χάριτος». Η έλλειψη ρίσκου (το μεγάλο μειονέκτημά τους) στερεί την Εκκλησία από ελεύθερες κι ενδιαφέρουσες προσωπικότητες. Ο νόμος και ο κανόνας παράγει «στρατιώτες του Χριστού», ενώ η Χάρη σου προσφέρει μια συναρπαστική οδυνηρή περιπέτεια με τον Χριστό, που όταν έχει αίσιο τέλος, είναι γλυκύ το φρούτο που καρποφορεί κι απαραίτητο για όλη την Εκκλησία. Κι αλίμονο όταν δεν υπάρχει.
Εδώ τίθεται εύλογα το ερώτημα: “Αφού αναγνωρίζεις κι εσύ ότι έχουν καλή διάθεση όταν βάζουν αυτούς τους κανόνες οι παραδοσιακοί ρασοφόροι, και παλιότερα και τώρα, γιατί λοιπόν το Άγιο Πνεύμα δεν εκμεταλλεύεται αυτή την καλή διάθεσή τους για να κάνει κάτι καλύτερο;”
Απάντηση: Χρειάζεται αρχοντιά και πολύ ευφυΐα για να ασκήσεις βαθιά αυτοκριτική και να φτάσεις στη βαθιά ταπείνωση. Λιγότερη ευφυΐα σημαίνει και λιγότερη ταπείνωση. Οι κλασικοί αυτοί και παραδοσιακοί εκπρόσωποι, για να ’χουν κολλήσει στους κανόνες, σημαίνει ότι πάσχουν από μετριότητα πνεύματος. Και το μέτριο πνεύμα πάσχει αναπόφευκτα από αυτοδικαίωση και αυτάρκεια. Αυτοί λοιπόν που έβαλαν τους κανόνες κι αυτοί που απαράβατα μέχρι σήμερα τους τηρούν, ως μέτρια πνεύματα, άρα και αυτοδικαιωμένα, δεν μπορούν να συνεργαστούν με το Άγιο Πνεύμα. Η αυτοδικαίωσή τους ακυρώνει κάθε προσπάθεια του Αγίου Πνεύματος να τους προσεγγίσει. Το ξέρουμε ότι όσο πιο βλάκας είναι κανείς, τόσο πιο ικανοποιημένος είναι από τον εαυτό του. Όσο πιο χαζός είναι, τόσο πιο πολύ πιστεύει στην ενάρετη προσωπικότητά του. Άρα, κατά το μέγεθος της μετριότητάς τους, αποδεικνύονται και ανεπίδεκτοι κάθε ακτίστου ενεργείας του Αγίου Πνεύματος που φέρει τη βελτίωση και τη θεραπεία. 
Βασικά αυτό που λείπει από τέτοιους ανθρώπους, τους τυπολάτρες, μπορούμε να το πούμε και με μια άλλη, πνευματικότερη έκφραση: τους λείπει η εμπειρία του Θεού, η πραγματική γνώση του Χριστού, που δίνει σε κάποιον την αυτοπεποίθηση και τη δύναμη, ώστε, μέσα στη συντριβή της μετάνοιάς του, ν’ αντιμετωπίσει κατά πρόσωπο τον ίδιο το Σατανά και τους ανθρώπους του. Και επίσης, μ’ αυτή την αυτοπεποίθηση που του δίνει η εμπειρία του Θεού στη ζωή του, ο μετανοών αναλαμβάνει το ρίσκο της ελευθερίας και για τα πρόσωπα που είναι γύρω του. Η γνώση της παντοκρατορικής δύναμης του Χριστού τον πείθει να τους σπρώξει κι αυτούς στην ελευθερία. 

Συνέπεια όλης αυτής της εκκλησιαστικής νοοτροπίας και των κανόνων της ήταν ότι η κοινωνία αναγκαζόταν να βαδίσει μόνη της, χωρίς την Εκκλησία, έστω κι αν οι άνθρωποι εκείνη την εποχή αγαπούσαν ολοκάρδια τον Θεό. Αλλά βλέπεις, οι κανόνες που νομοθετούσε η Εκκλησία ήταν ξεπερασμένοι, τουλάχιστον κατά μια τριακονταετία κι αυτό γινόταν τείχος αξεπέραστο μεταξύ των ευφυών ανθρώπων της κοινωνίας και της Εκκλησίας. 
Δεν αμφισβητεί κανείς λοιπόν τις Οικουμενικές Συνόδους στις δογματικές υποθέσεις που διαπραγματεύτηκαν ή στα σοβαρά εκκλησιολογικά θέματα που χειρίστηκαν υγιείς εκκλησιαστικές προσωπικότητες. Αμφισβητούμε όμως, όπως αμφισβητήθηκαν ακόμη και την εποχή που γράφτηκαν, τους κανόνες και την ποιμαντική που ασκούσαν μικρόμυαλοι επίσκοποι, που λόγω της τεράστιας πλειοψηφίας τους, επέβαλαν την στενομυαλιά τους στην Εκκλησία." 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.